Φιλοκαλία και Αισθητική. Ο προσδιορισμός της Ελληνικής ταυτότητας μέσω της τέχνης
Η αναζήτηση και αυτοπροσδιορισμός της ελληνικότητας σήμερα αναδεικνύει το ζήτημα της αντίθεσης μεταξύ Δύσης και Ανατολής, Ορθοδοξίας και Δυτικού χριστιανισμού. Η Αισθητική, ως απόλαυση του ωραίου, μοιάζει να βρίσκεται στον αντίποδα της Φιλοκαλίας, η οποία αναφέρεται στη αγάπη του κάλλους και του Θεού που είναι η πηγή του καλού. Ωστόσο, αποτελούν η ευρωπαϊκή Δύση και η Ορθόδοξη Ανατολή δυο ξεχωριστούς κόσμους, οριζόμενους, κατά βάση, από τη διάκριση μεταξύ ρωμαιοκαθολικής και ορθόδοξης εκκλησιαστικής παράδοσης; Αναδεικνύει αυτή η ανάλυση σημαντικές συνιστώσες του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Πόσο ο χριστιανισμός, στις διάφορες εκφάνσεις του καθορίζει την ιδιοσυστασία του Ευρωπαϊκού πολιτισμού; Πόσο οι διαφορές Ανατολής και Δύσης σημαίνουν συγκροτημένους και διαφορετικούς τρόπους της ανθρώπινης ύπαρξης; Καθορίζει άραγε σήμερα η Ορθόδοξη παράδοση την ελληνική ταυτότητα; Επιπλέον, ποια είναι τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά της ελληνικής παράδοσης και του τρόπου σκέψης που συναντούν την Δυτική παράδοση; Πως αφομοιώνονται οι επιρροές από τη Δύση; Με ποιο τρόπο υποδεχόμαστε τα στοιχεία της Δυτικής κουλτούρας; Η ανάγκη αυτοπροσδιορισμού και η διαμόρφωση της ελληνικής ταυτότητας επιβάλλεται σήμερα, αφενός μεν από την παγκόσμια μεταβολή των πολιτισμικών συνθηκών, αφετέρου διότι καλούμαστε μέσα σε ιδιαίτερες συνθήκες κρίσης, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την οικονομική κατάρρευση, να διαμορφώσουμε τα στοιχεία εκείνα της ταυτότητας μας, ώστε να κατανοήσουμε πρωταρχικά εμείς οι ίδιοι ποιοι είμαστε, πού ανήκουμε και με ποιο τρόπο θα ενταχθούμε και θα ανοιχθούμε στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Η οικουμενικότητα αποτελεί στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού. Και το ερώτημα που τίθεται: είναι το θρησκευτικό στοιχείο τόσο ισχυρό στη διαμόρφωση της ταυτότητας μας ; Υπάρχουν άλλα στοιχεία μέσα στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που ασκούν επιρροή με περισσότερο έντονο τρόπο; Υπάρχει δυνατότητα άρσης του δυισμού μεταξύ Δύσης και Ανατολής; Πως μπορούμε να ξεπεράσουμε το φόβο της Δύσης; Πως είναι δυνατό να πετύχουμε την αυτοσυνειδησία και να ξεπεράσουμε τον ετεροπροσδιορισμό που προκύπτει από τη σύγκριση μας με τη Δύση; Είναι φανερό ότι υπάρχει ανάγκη να συλληφθεί ένα νέο πρόσωπο του πολιτισμού, πέρα από τις διαιρέσεις και τους μερισμούς του παρελθόντος. Γράφει ο Ν. Καζαντζάκης στο Συμπόσιο : «αγωνίζομαι, πέρα από τις καρδιές τις φράγκικες που σαπίσαν, να ξεχωρίσω να συλλάβω το νέο πρόσωπο της ανώτατης Ελπίδας. Κάποτε, λιγοψυχώντας μου έλεγες απ΄ την πολύ λαχτάρα, θυμούμαι μου έλεγες Μύρο: Πάει χάθηκε η Ελλάδα, ξεθύμανε η δύναμη της, νερούλιασε το αίμα της, δεν μπορεί πια να συλλάβει και να γεννήσει τον ήρωα. Και τότε γιατί να ζει; ας σβήσει! Μα εγώ, στη σιωπή της νύχτας αφουγκραζόμουν. Και να, δυο, τρείς, δέκα φωνές από τα πέρατα της Ρωμιοσύνης, αποκρινόταν. Ο ένας έλεγε: Η Ελλάδα δεν είναι γεωγραφία και ανάμνηση. Δεν είσαι συ κ΄εγώ μήτε οι χιλιάδες Ρωμιοί που τη μολεύουν. Ζει και βασιλεύει μέσα μου ακατάλυτη και έχει τα σύνορα της ψυχής μου και πρωτεύουσα της είναι μέσα μου η Πόλη.. και με σκληρότητα γύριζα στον εαυτό μου και έλεγα: και συ τι έχεις να πεις; Τι ζητάς; Εγώ ζητώ, αποκρινόμουν και ο ιδρώτας της αγωνίας έτρεχε σε όλο μου το σώμα, εγώ ζητώ να βρω την καρδιά, την αρχή και το τέλος, το σκοπό της Ελλάδας, όπου κάθε φωνή να βρει και να πιάσει τη θέση της, να μη χαθεί σταλαματιά δύναμη και χάρη. Εγώ ζητώ την ουσία του αγώνα. Το Θεό. Συνδέει έτσι, ο Ν. Καζαντζάκης την ελληνικότητα με τις αλλαγές που έχει περάσει το ελληνικό στοιχείο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο τόπος, αλλά και η διαδοχή των πολιτισμικών στοιχείων αφομοιώνονται δημιουργικά. Η δημιουργικότητα, η ικανότητα και η δυνατότητα για συστηματική αφομοίωση των ξένων στοιχείων, δεν είναι άκριτη αποδοχή των πάντων αλλά μεταμόρφωση, αλλαγή και κίνηση προς το μέλλον. Θεμέλιο όλων η σχέση με το Ιερό και το Φως όπως περιγράφεται στην ποίηση του Ελύτη. Από τη μια πλευρά, η απειλή της ματαίωσης και από την άλλη, η δυνατότητα της αυθυπέρβασης. Αυθυπέρβαση, από το χθόνιο στο υψηλό. Το στοιχείο αυτό περικλείει το μεγαλείο της ύπαρξης που αγωνίζεται θυσιάζοντας τα στοιχεία που εμποδίζουν την ανοδική της πορεία. Έτσι, εκκινώντας από τη σχέση με το Αγαθό και με τη σχέση της τέχνης ως αισθητικής ή ως φιλοκαλίας επιχειρείται να διαπιστωθεί μια διαφορά στο πολιτιστικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι. Το παράδειγμα αφορά τον όλο άνθρωπο, καθώς ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την τέχνη, δεν είναι άσχετος από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Η ανθρωπολογία που είμαστε σε θέση να διατυπώσουμε εξαρτάται από το πώς βλέπουμε τον άνθρωπο μέσα στον κόσμο, την δυνατότητα της γνώσης και τη σχέση του με το Αγαθό. Από τη μια πλευρά, φαίνεται ότι με την Αισθητική, ως τέχνη αποκομμένη από το Αγαθό εκφράζεται η δυναμική αντίληψη της Δύσης. Η δυναμική, προοδευτική στάση που εκφράζεται με το κοσμοείδωλο του Διαφωτισμού. Η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του ανθρώπου, η ιδέα της προόδου, η τελεολογική αντίληψη του χρόνου, η διάκριση μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού κόσμου, η αντικειμενοποίηση και μετατροπή της φύσης από τόπο κατοικίας σε τόπο εκμετάλλευσης και παρατήρησης, η μεταφυσική επικράτηση της ιδεοκρατίας, του κακού και του καλού, απαρτίζουν την εικόνα του Δυτικού πολιτισμού. Από την άλλη πλευρά υπάρχει ο τρόπος της καθ¨υμάς Ανατολής. Η ελληνική αντίληψη περί χρόνου, η οποία αναφέρεται στο κύκλιο χρόνο της επανάληψης. Η αντίληψη αυτή περί χρόνου φαίνεται να καταργεί την ιδέα της προόδου και να εισάγει την επαναληπτικότητα και την επιστροφή στην αρχική θέση που εκφράζει η αρχαία ελληνική σκέψη. Η αντίληψη αυτή αντιτάσσεται στον μοντερνισμό και την ιδέα της προόδου. Κατ¨επέκταση απορρίπτεται η ιδέα της δύναμης, της εκμετάλλευσης της φύσης, της πίστης στην αέναη πρόοδο, η οποία αντικαθίσταται από την μεσότητα και την ήρεμη αποδοχή του ιλαρού και τραγικού κύκλου της επανάληψης. Ο Σεφέρης αναφέρεται στις Δοκιμές στον ελληνικό τρόπο που διαπερνά την αρχαία ελληνική αλλά και τη χριστιανική στάση με την έκφραση «τα ίδια και τα ίδια». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η Δυτική τελεολογία αντικαθίσταται από την Ανατολική εσχατολογία . Το τέλος βρίσκεται στην αρχή και η αρχή στο τέλος. Τα πάντα σε μια ενότητα, νυν και αεί. Α και Ω. Η ομορφιά βρίσκεται στην αρχή αλλά και στο τέλος. Ωστόσο , θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο κύκλιος χρόνος της Ανατολής στη χριστιανική παράδοση λύνεται μέσα από την Ανάσταση, η οποία προσφέρει τη διέξοδο στο μέλλον, το οποίο δεν είναι κατ΄ανάγκη ούτε κυκλικό ούτε ευθύγραμμο. Μέσα στη σχέση αυτή τα πρώτα συναντούν τα έσχατα και τα κάνουν να αληθεύουν μέσα στα παρόντα. Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα πραγματώνεται ο σκοπός του ανθρώπου που είναι η δια της δημιουργικότητας θέωση του, η τελείωση του, η κοινωνία με τον τριαδικό Θεό της Βίβλου και των πατέρων της Εκκλησίας. Στην πορεία αυτή ο τρόπος, ο δρόμος, είναι η μετοχή στην αλήθεια, η οποία οδηγεί στη γνώση. Η θεώρηση αυτή του χρόνου καταργεί το μερισμό και την ειδωλοποίηση που αυτός επιφέρει. Η διάκριση μεταξύ Δύσης και Ανατολής καθίσταται δευτερεύουσα. Την διαίρεση την έκπτωση δεν την επιφέρει ούτε η αισθητική, ούτε η Δύση, ούτε η πρόοδος, ούτε η ευθύγραμμη πορεία, αλλά ο αυτοσκοπός. Έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ομορφιά συνδέεται με τον μεταφυσικό άξονα και εκφράζει το κρυμμένο νόημα του. Την άποψη αυτή εκφράζει ο Ιρλανδός ποιητής Γιέιτς ( W. Yeats ), στο ποίημα Ταξίδι στο Βυζάντιο. Η Τέχνη, όχι μόνο αισθητοποιεί τα στοιχεία του υπερβατικού κόσμου, αλλά εκφράζει την όλη διάσταση του Θεϊκού στοιχείου. Ο άνθρωπος ως φορέας του αισθητικού πνεύματος, μέσα από τη σχέση με το τεχνούργημα, το οποίο αναλαμβάνει οντολογικά και σχετίζεται μαζί του, μέσω της στοχαστικής φαντασίας, καταργεί τη διάκριση εξωτερικού, εσωτερικού και προκρίνει την ενότητα των πάντων. Η Τέχνη έτσι, αναφέρεται στο υπερβατικό και γίνεται φορέας του απείρου. Μεταφέροντας τις θρησκευτικές αλήθειες λειτουργεί θεραπευτικά για τη ψυχή που αναζητά την αλήθεια για να ζήσει. Η αισθητική όταν γίνει αυτοσκοπός, ως αναζήτηση του ωραίου αδυνατεί να εκφράσει, το μεταφυσικό άξονα και γίνεται μια εικόνα. Ένα είδωλο, καθώς απολυτοποιεί μια πλευρά του όλου. Αντίθετα, όταν εκφράζει τη μεταφυσική γίνεται μια φωνή, εν δυνάμει προφητική. Η απώλεια αυτή τα τελευταία χρόνια στον πολιτισμό μας, η έκφραση της αισθητικής του χαμένου ανθρώπου της νεωτερικότητας, η αποξένωση και η αλλοτρίωση από τη ρίζα του δέντρου της μεταφυσικής οδηγεί σε μια ομορφιά χωρίς τέλος και δίχως αρχή. Ωστόσο, η τραγωδία στην Αρχαία Ελλάδα και η Ορθόδοξη παράδοση ως φιλοκαλία, διαμέσου της ομορφιάς καλούν τον άνθρωπο στη μετοχή στην αλήθεια. Η ομορφιά στη αρχή μεσουρανεί, ενώ στην εποχή μας κατασκεύασε την ασκήμια και το μεσοβέζικο. Με αυτή την έννοια δεν είμαι σύγχρονος, θα πει, ο Καμύ. Στο ζήτημα αυτό ο Σεφέρης δεν απιστεί απέναντι στην ιδέα της προόδου αλλά δυσπιστεί. Προτείνει μια ήπια μετρημένη πρόσληψη του δυτικού πολιτισμού. Απαραίτητο στοιχείο ο αυτοπροσδιορισμός και η άντληση δύναμης από τις δικές μας ρίζες, τη δική μας παράδοση. Διαφορετικά είτε θα τον αγνοήσουμε, πράγμα αδύνατο στον πολιτισμό της πληροφορίας, είτε θα του επιτρέψουμε να μας τραβήξει προς τα κάτω με την βιομηχανοποιημένη, την αγοραία, τη χειρότερη μορφή της επίδρασης του. [if !supportLineBreakNewLine] [endif]